ΙΔΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ 
Ακόμα ένα ανεπανάληπτο γεγονός ! Ακόμα μια
προσπάθεια αυτόνομης δράσης και παρέμβασης
ενάντια στο σύστημα ! Μετέχουμε λοιπόν , ως
μαζάνθρωποι και εμείς , στις βίαιες επαναστατικές
διαδικασίες που γίνονται μέσω του μαγικού κόσμου του διαδικτύου , και σαν στόχο έχουν την ανατροπή
της καθεστηκυίας τάξης και την ανάδειξη του Βασίλη Λεβέντη στη θέση του προέδρου της δημοκρατίας
της πανέμορφης και ηλιόλουστης χώρας μας.

Τα παραπάνω ίσως δεν ενδιαφέρουν κανέναν . Τα παρακάτω επίσης . Θέματα που παρουσιάζονται σε αυτό το ιστολόγιο , ποικίλου ενδιαφέροντος , όπως
τέχνη , πολιτική , φιλοσοφία κτλ. δεν μπορούν να
καλύψουν τις υψηλές απαιτήσεις του αναγνωστικού κοινού , γι αυτό συχνά πυκνά θα αναρτούνται
γυμνές φωτογραφίες και τσόντες .


ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009

ΠΑΡΑΣΙΤΟΚΤΟΝΙΕΣ ( ΣΥΝΕΧΕΙΑ )

Μέρος Α' ΕΔΩ

ΚΑΙ ΤΩΡΑ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΠΟΥ 3 ΑΤΟΜΑ ΠΕΡΙΜΕΝΑΤΕ

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε. Έβαλα ένα σταθμό με βαριά λαϊκά. Πάντα ήθελα να ακούγεται μουσική όταν οδηγάω, αλλιώς φοβόμουν ότι θα τρακάρω. Η Δανάη έκανε τα πράγματα ευκολότερα για μένα. Δε μιλούσε καθόλου. Αν σιχαίνομαι ένα πράγμα, αυτό είναι η κουβέντα δίχως αντικείμενο συζήτησης. Το "κουβέντα να γίνεται" δηλαδή.
Δεν αργήσαμε πολύ για να φτάσουμε, η κίνηση ήταν ανύπαρκτη κι οι αισθήσεις μου οξυμμένες, το αμάξι πήγαινε πετώντας, γεγονός ολότελα λογικό. Δεν πέρασε πολύ ώρα και φτάσουμε στον προορισμό μας, στο σπίτι του στόχου ή πιο σωστά στο σπίτι των στόχων. Ωραίο σπίτι.
Αν δεν είχα προηγούμενη εμπειρία, θα σκεφτόμουν ότι είναι πιθανότατο να έχει γίνει λάθος στη διεύθυνση. Ήμαστε μπροστά από μια μαιζονέτα, μοντέρνα, πρόσφατα βαμμένη, με δυο ακριβά τετράτροχα, παρκαρισμένα το ένα πίσω από το άλλο κάτω από μια θηριώδη κληματαριά, με περιποιημένο κήπο και με όμορφο φωτισμό. Κουφάλες. Ένα όμορφο σπίτι, σχετικά απομονωμένο, υπεράνω πάσης υποψίας.
- Δανάη είσαι έτοιμη;
- Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.
- Είσαι και άγρια το ξέχασα. Ξέρεις τι πρέπει να κάνω τώρα ε;
- Δεν είναι κι η πρώτη μου φορά...
- Να ξέρεις ότι όποτε το κάνω πονάω πιο πολύ από σένα. (Αυτό ήταν ψέμμα).
- Μη σε νοιάζει. Σκέφτομαι τα λεφτά και το αντέχω.
Τότε ήταν που της άστραψα μία ανάποδη στα μούτρα. Μετά μια κανονική σφαλιάρα με το μέσα του χεριού και ξανά μια ανάποδη.
Έπιασε λίγο το πρόσωπό της και κοίταξε κάτω. Αμέσως άνοιξε την τσάντα της κι έβγαλε το κολλήριο. Μου το έδωσε. Της έσταξα ελάχιστο υγρό στο κάθε μάτι και τα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν.
- Κάνε αυτό που ξέρεις και κάντο καλά.
Βγήκαμε από το αυτοκίνητο και πήγαμε προς το σπίτι.
- Λοιπόν, Δανάη, θα τα ξαναπούμε μέσα, της είπα. Την άφησα και έτρεξα γρήγορα προς τον φράχτη. Δεν ήταν και τόσο ψηλά, οπότε κατάφερα να τα πηδήξω με ευκολία. Μπήκα μέσα. Δεν υπήρχε σκύλος, όπως δεν υπήρχε και κανένα κλαρί να πατήσω για να προδωθεί η παρουσία μου από τον θόρυβο. Παρατήρησα την είσοδο της μαιζονέτας. Μπορούσα να κρυφτώ στα πλάγια. Έτρεξα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα και καβατζώθηκα δεξιά από την είσοδο.
Κοίταγα τη Δανάη. Τους χτύπησε το κουδούνι. Χτύπησε ξανά. Και ξανά. Περίμενα να ανοίξει η πόρτα και να δω κάποια κίνηση. Η πόρτα άνοιξε. Φαινόταν νεαρός, γύρω στα 25 το πολύ. Πήγε προς την πόρτα.
- ΤΙ ΘΕΛΕΤΕ; της είπε δυνατά.
Ήταν το σύνθημα για να ξεκινήσει το θέατρο η Δανάη. Το πολύ κλάμμα, είχε αρχίσει ήδη να πέφτει. Πλέον έκλαιγε με αναφιλητά. Πόσοι ηθοποιοί θα την ζήλευαν. Οσκαρ 'Α Γυναικείου ρόλου.
Ο τύπος την πλησιάζε. Ακούγονταν διάφορα. "Εγώ, το αγόρι μου ,ξύλο, με χτύπησε, πονάω, δε μπορώ, τι κάνω, που είμαι" κι όλα αυτά ανάμεσα σε λυγμούς.
- Τι έχεις;
Η Δανάη συνέχισε να κλαίει και έλεγε κάτι ακαταλαβίστικα, πλαντάζοντας στο κλάμμα. Περίμενα να δω την κατάλληλη κίνηση από τον στόχο.
- Έλα, ηρέμησε σε παρακαλώ, έλα μέσα να πιείς λίγο νερό. Της άνοιξε την αυλόπορτα και της έδειξε τον δρόμο προς τα μέσα. Η Δανάη προχώρησε κι αυτός πήγαινε από πίσω της. Κοίταζε τον κώλο της. Δεν τον αδικώ. Λίγο πριν μπει κι αυτός μέσα πετάχτηκα από την γωνία μου και τον άρπαξα από τον λαιμό. Πέρασα τον βραχίονα του δεξιού μου χεριού στο λαιμό του, έπιασα το δεξί μου χέρι με το αριστερό μου και τον πίεσα με όση δύναμη είχα. Προσπάθησε να αντισταθεί, ήταν όμως μια προσπάθεια παραπάνω από μάταιη. Σταμάτησε να χτυπιέται και τον άφησα, αργά και χωρίς θόρυβο στο πάτωμα. Έκλεισα το μάτι στη Δανάη.
Τώρα ήταν η σειρά μου.
- ΓΡΗΓΟΡΑ! ΚΑΤΈΒΑ ΓΡΗΓΟΡΑ! ΚΑΤΕΒΑ ΣΟΥ ΛΕΩ!
Προσπάθησα να μιμηθώ την φωνή του όσο καλύτερα γινόταν. Άκουσα βήματα από τον πάνω όροφο. Κοίταξα προς τις σκάλες για να δω και τον άλλο στόχο μου. Κατέβαινε τα σκαλιά. Τράβηξα το όπλο από την θήκη και τον σημάδεψα.
- Καλώς τον, του είπα.
- Ποιοι είστε εσεις; ρώτησε, φανερά τρομαγμένος βλέποντας τον νεαρό αναίσθητο και εμένα να τον σημαδεύω με το όπλο.
-Αυτή είναι η Τίνκερμπελ. Εγώ είμαι ο Πήτερ Παν. Σου κάνουμε; του είπα, με ένα ξεκάθαρο και ειλικρινές επαγγελματικό χαμόγελο.
-ΤΙ ΘΕΛΕΤΕ; φώναξε και τολμώ να πω ότι είχε δυνατή φωνή. Ούρλιαξε όσο πιο δυνατά μπορείς όταν θα καίγεσαι, σκέφτηκα. Παρόλα αυτά δεν του είπα τίποτα. Αντ'αυτού. ΜΠΑΜ.
Μια καυτή σφαίρα φυτεμένη στο γόνατο του.
- Έπεσες ωραία πάντως. Μου θύμισες ένα τσουβάλι με πατάτες.
- Ποιοι είστε;
- Άκου πορνόγερε, εγώ ρωτάω κι εσύ απαντάς. Ξέρω τι είσαι, εσύ κι ο άλλος, που μάλλον είναι γιος σου. Γιος σου είναι;
- Ναι, είπε, και έμοιαζε να έχει βουρκώσει.
- Μη μου το παίζεις Μάρθα Βούρτση, δεν υπάρχει περίπτωση να σε λυπηθώ. Πήγα κοντά του. Είναι ανήθικο να χτυπάς κάποιον που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Αυτό ισχύει όταν μιλάμε για ανθρώπους όμως. Όχι για τα ζώα.
Μια κλοτσιά δρομολογήθηκε με στόχο το στομάχι του. Διπλώθηκε.
- Λέγε ότι κρύβεις, ΠΟΥ το κρύβεις.
- Δε, δε ,δε.... δεν ξέρω... τι λέτε.
Τι ξεροκέφαλος. Έπρεπε να με νευριάσει δηλαδή;
- Δεν ξέρεις; ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ; ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ; και η μύτη του παπουτσιού μου, έβαλε σημάδι το κούτελο του.
- ΛΕΓΕ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ! ΛΕΓΕ! τον τσάκωσα από τον λαιμό και τον έσυρα στα σκαλιά.
- Πήγαινε πάνω, μου είπε, αυτή την φορά χαμηλόφωνα κι ευγενικά.
- Μαζί θα πάμε, του είπα, κι αφού του έριξα μερικές κλωτσιές στα παϊδια και στα γόνατα τον έπιασα απο το ένα πόδι και τον έσυρα.
Γύρισα στη Δανάη.
- Αν συνέλθει ο φίλος μας, ρίχτου και στα δύο γόνατα δε θέλω να σηκωθεί όρθιος.
- Μείνε ήσυχος, μου είπε.
- Τελείωνε, λέγε μου, που;
Έδειξε μια πόρτα στο βάθος του διαδρόμου. Έμοιαζε με πόρτα ασφαλείας, όχι με απλή πόρτα δωματίου.
Το κλειδί ήταν πάνω. Έσυρα τον καριόλη μέχρι την πόρτα και ετοιμάστηκα να ανοίξω...